Bloomberg
Ποιες είναι οι πιθανές μακροπρόθεσμες οικονομικές και επιχειρηματικές επιπτώσεις των μαζικών διαδηλώσεων που σαρώνουν το Χονγκ Κονγκ; Αυτό εξετάζει μια σειρά αναλυτών επενδύσεων, που τις δύο τελευταίες ημέρες κατάρτισαν εκθέσεις-εξπρές.
Δεν αποτελεί έκπληξη ότι κανείς δεν είναι έτοιμος ακόμη να κάνει οποιαδήποτε ακραία, γρήγορη πρόβλεψη. Και τούτο λόγω της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας για το πόσο θα διαρκέσουν οι διαδηλώσεις, ενώ υπάρχει και το μεγάλο ερωτηματικό του ποια μέτρα μπορεί να λάβει το Πεκίνο για να περιορίσει τις αναταραχές. Αντίθετα, οι εκθέσεις παραθέτουν τα πιθανά σενάρια και στη συνέχεια διατυπώνουν ορισμένα γενναία συμπεράσματα για τις πιθανές οικονομικές επιπτώσεις.
Αν οι διαμαρτυρίες συνεχιστούν –ερώτημα που προσώρας παραμένει ανοιχτό- θα μπορούσαν να πλήξουν σφοδρά τους κλάδους τουρισμούς και λιανικής του Χονγκ Κονγκ, που μαζί αντιπροσωπεύουν περίπου το 10% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της περιοχής, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Capital Economics που εδρεύει στο Λονδίνο. Οι δύο τομείς θα «επηρεάζονταν πολύ, καθώς οι τουρίστες θα έμεναν μακριά. Το επιχειρηματικό κλίμα με τη σειρά του θα βυθιζόταν. Με την οικονομία να έχει συρρικνωθεί το τελευταίο τρίμηνο, το Χονγκ Κονγκ θα μπορούσε εύκολα να εξωθηθεί σε ύφεση», έγραψε ο Gareth Leather της Capital Economics.
Και ο κίνδυνος επεκτείνεται στο ότι οι διαδηλώσεις θα επιδεινώσουν περαιτέρω
τις ήδη τεταμένες σχέσεις μεταξύ της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας του Χονγκ Κονγκ, εκτίμησε ο οικονομολόγος της Citigroup Asia Pacific Adrienne Lui.
Αυτό θα μπορούσε να καταστήσει δύσκολο για το Χονγκ Κονγκ να περάσει σημαντικές πολιτικές τόνωσης της οικονομίας ενώ «το risk premium της περιοχής αναμένεται να αυξηθεί καθώς οι επιχειρήσεις και οι επενδυτές ενσωματώνουν ολοένα περισσότερο υψηλότερους λειτουργικούς κινδύνους, φοβούμενοι ότι μελλοντικά οι διαμαρτυρίες θα μπορούσαν να κλιμακωθούν και να εκδηλώνονται πιο συχνά».
Το χειρότερο σενάριο θα ερχόταν εάν το Πεκίνο αποφάσιζε να παρέμβει με βίαιο τρόπο –ακόμη πιο τρομακτικό θα ήταν αν έστελνε στρατό ή ένοπλους αστυνομικούς. Αυτό θα είχε κατά πάσα πιθανότητα επιπτώσεις που θα ξεπερνούσαν τα σύνορα του Χονγκ Κονγκ.
«Αν το καθεστώς του Χονγκ Κονγκ ως διεθνούς χρηματοοικονομικού κέντρου τίθετο σε κίνδυνο από μια τέτοια άσχημη τροπή των γεγονότων -όπως προφανώς και θα συνέβαινε- τότε η οικονομία της ίδιας της Κίνας θα υπέφερε», έγραψε ο Leather και ο συνάδελφός του John Higgins σε ένα δεύτερο σημείωμα που δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη. «Και αν η Κίνα επιχειρούσε να επιλύσει το πρόβλημα με αδέξιο τρόπο, μπορεί και ο υπόλοιπος κόσμος να αντιδρούσε –είτε επιβάλλοντας εμπορικές κυρώσεις στην Κίνα, είτε επιδιώκοντας να περιορίσει την επιρροή της στη χάραξη της παγκόσμιας πολιτικής».
«Οποιοδήποτε σημάδι κλιμάκωσης της έντασης μεταξύ του υπόλοιπου κόσμου και μιας μεγάλης οικονομικής και στρατιωτικής υπερδύναμης, όπως η Κίνα», προσθέτουν οι αναλυτές «θα ανέκοπτε σίγουρα την όρεξη των επενδυτών για ανάληψη ρίσκου».
Μέχρι στιγμής οι διαδηλώσεις είναι σχεδόν απίθανο να έχουν αντίκτυπο στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του Χονγκ Κονγκ, σύμφωνα με έκθεση της Fitch Ratings. «Δεν περιμένουμε οι διαμαρτυρίες να έχουν αντίκτυπο στην αξιολόγηση βραχυπρόθεσμα. Θα ήταν αρνητικό εάν οι διαμαρτυρίες έπαιρναν τέτοια διάσταση και διαρκούσαν τόσο ώστε να έχουν ουσιαστικό αντίκτυπο στην οικονομία και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αλλά για την ώρα δεν θεωρούμε κάτι τέτοιο πιθανό», έγραψε ο Andrew Colquhoun, επικεφαλής της Asia-Pacific Sovereigns της Fitch, η οποία βαθμολόγησε την πιστοληπτική ικανότητα του Χονγκ Κονγκ με «ΑΑ+» και outlook «σταθερό» στις 15 Σεπτεμβρίου.
Ο Colquhoun συνέχισε επισημαίνοντας δύο αναπάντητα ερωτήματα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη μελλοντική πιστοληπτική ικανότητα του Χονγκ Κονγκ. Το ένα είναι κατά πόσον η τοπική κυβέρνηση είναι σε θέση να επιβάλλει τη «βασική λαϊκή συναίνεση», που θα της επιτρέψει να πραγματοποιήσει τις απαιτούμενες οικονομικές πολιτικές, όπως αυτές που αφορούν την υπερτιμημένη στεγαστική αγορά, τη γήρανση του πληθυσμού και τις μελλοντικές ανάγκες σε υποδομές. Το δεύτερο ερώτημα, σημείωσε, είναι «αν η πολιτική αντιπαράθεση θα μεταβάλει τελικά την εγχώρια και ξένη αντίληψη για τη σταθερότητα και ελκυστικότητα του Χονγκ Κονγκ ως επενδυτικό προορισμό». Προς το παρόν, επενδυτές και επιχειρηματίες θα πρέπει να περιμένουν και να παρακολουθούν.
Του Dexter Roberts / Πηγη capital.gr